Πιθανές Παρενέργειες

Πιθανές παρενέργειες Χημειοθεραπείας

Άγχος

Η χημειοθεραπεία είναι μια εμπειρία που μπορεί να προκαλέσει άγχος και ανησυχία. Είναι φυσικό να αναρωτιέστε και να ανησυχείτε αν εάν η θεραπεία σας θα είναι επιτυχής. Το άγχος και η ανησυχία γύρω από τη θεραπεία και τα αποτελέσματά της αυξάνουν τον κίνδυνο κατάθλιψης. Αν δυσκολεύεστε να αντεπεξέλθετε συναισθηματικά στη χημειοθεραπεία, μιλήστε με την ομάδα φροντίδας σας για να λάβετε στήριξη.

Αναιμία

Η χημειοθεραπεία προκαλεί τη μείωση του αριθμού των ερυθρών αιμοσφαιρίων στο αίμα, με συνέπεια την ανάπτυξη αναιμίας. Γι’ αυτό και κατά τη διάρκεια της θεραπείας συστήνεται διατροφή πλούσια σε σίδηρο, ο οποίος ενισχύει την παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων στο σώμα. Η αναιμία εκδηλώνεται μέσα από συμπτώματα, όπως κόπωση κι έλλειψη ενέργειας, δύσπνοια, αίσθημα παλμών και ωχρότητα στην επιδερμίδα. Αν εκδηλώσετε κάποιο από τα παραπάνω συμπτώματα, επικοινωνήστε με την ομάδα φροντίδας σας.

Απώλεια βάρους

Η χημειοθεραπεία ενδέχεται να προκαλέσει μια σχετική απώλεια βάρους, μια φυσιολογική και κοινή παρενέργεια της θεραπευτικής αντιμετώπισης του καρκίνου. Ωστόσο, η ταχεία απώλεια βάρους εγείρει λόγους ανησυχίας και πρέπει να ενημερώνεται η ομάδα φροντίδας των ασθενών.

Αφυδάτωση

Τυχόν παρενέργειες της χημειοθεραπείας, όπως πυρετός, έμετος, διάρροια ή συχνουρία ενδέχεται να προκαλέσουν αφυδάτωση. Σε αυτήν την περίπτωση, μπορεί να προκύψει η ανάγκη για ενδοφλέβια ενυδάτωση

Γονιμότητα

Τα κύτταρα των όρχεων στους άνδρες και των ωοθηκών στις γυναίκες μπορούν να επηρεαστούν από τη χημειοθεραπεία, με συνέπεια τη μείωση της γονιμότητας. Η επίπτωση στη γονιμότητα είναι συχνά προσωρινή , αλλά ενδέχεται να είναι και μόνιμη, ανάλογα με τον τύπο, τη διάρκεια και τη δοσολογία της χημειοθεραπείας, καθώς και την ηλικία των ασθενούς. Στις γυναίκες, η χημειοθεραπεία μπορεί να επιταχύνει την εμμηνόπαυση.
Εάν διατρέχετε κίνδυνο υπογονιμότητας, υπάρχει η δυνατότητα κατάψυξης ωαρίων (για τις γυναίκες) και σπέρματος (για τους άνδρες), ώστε να διαφυλαχτούν για τεχνητή γονιμοποίηση μετά το πέρας της θεραπείας.

Αρκετοί ασθενείς βιώνουν απώλεια της ερωτικής επιθυμίας κατά τη διάρκεια της χημειοθεραπείας. Συνήθως, η σεξουαλική ορμή επανέρχεται σταδιακά μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας.

Διαβήτης

Ορισμένα φάρμακα χημειοθεραπείας επηρεάζουν το επίπεδο σακχάρου στο αίμα, με συνέπεια αυτό να είναι πολύ υψηλό ή πολύ χαμηλό. Ειδικά για τους διαβητικούς ασθενείς, η χημειοθεραπεία πρέπει να χορηγείται σε συνεννόηση με ειδικό διαβητολόγο, ώστε να αποφευχθούν επικίνδυνες αυξομειώσεις στα επίπεδα σακχάρου.
Οι ασθενείς με διαβήτη είναι πιο επιρρεπείς σε λοιμώξεις. Επικοινωνήστε άμεσα με την ομάδα φροντίδας σας, επί συμπτωμάτων λοίμωξης, όπως πυρετός.

Διαταραχές πήξεως (θρόμβωση & αιμορραγία)

Η χημειοθεραπεία μπορεί να μειώσει τον αριθμό των αιμοπεταλίων στο αίμα, τα οποία όταν προκαλείται μια πληγή συμβάλουν στην πήξη του αίματος και σταματούν την αιμορραγία. fiς συνέπεια, οι ασθενείς που λαμβάνουν χημειοθεραπεία έχουν αυξημένο κίνδυνο αιμορραγίας και μπορεί να εμφανίσουν συχνούς μώλωπες στο δέρμα ή να έχουν σοβαρή ρινορραγία και ματωμένα ούλα.
Από την άλλη, οι ασθενείς που λαμβάνουν χημειοθεραπεία διατρέχουν τον κίνδυνο σχηματισμού επικίνδυνων θρόμβων στο αίμα τους. Ορισμένα φάρμακα χημειοθεραπείας μπορούν επίσης να αυξήσουν την ενεργοποίηση των παραγόντων πήξης και το σχηματισμό θρόμβων στο αίμα.

Διαταραχές ύπνου

Η χημειοθεραπεία και οι παρενέργειές της, όπως ναυτία, δυσκοιλιότητα, διάρροια, προβλήματα ούρησης, νυχτερινή εφίδρωση, εξάψεις, πυρετός, κνησμός ή δύσπνοια, επηρεάζουν τη ρουτίνα του ύπνου των ασθενών. Είναι σημαντικό να επικοινωνήσετε τα συμπτώματα άμεσα με το γιατρό σας καθώς η αντιμετ’ωπιση τους συμβάλλει στην βελτίωση του ύπνου.
Επικοινωνήστε με την ομάδα φροντίδας σας εάν αντιμετωπίζεται προβλήματα με τον ύπνο σας.

Έλλειψη όρεξης

Η έλλειψη όρεξης είναι κοινή παρενέργεια της χημειοθεραπείας και μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια βάρους, αίσθημα αδυναμίας και άλλα προβλήματα. Η έλλειψη όρεξης μπορεί να έχει περιορισμένη διάρκεια ή να διαρκέσει ακόμα και για εβδομάδες. Είναι σημαντικό, κατά τη διάρκεια της θεραπείας, να προσπαθήσετε να λαμβάνετε τροφή και να πίνετε πολλά υγρά.

Γαστρεντερικές διαταραχές

Λίγες μέρες μετά την έναρξη της χημειοθεραπείας αρκετοί ασθενείς εμφανίζουν διάρροια ή δυσκοιλιότητα. Σε αυτήν την περίπτωση, η ομάδα φροντίδας σας μπορεί να συστήσει κατάλληλα φάρμακα και αλλαγές διατροφής που μπορούν να βοηθήσουν.
Θα πρέπει να αποφεύγεται η λήψη φαρμάκων για τη διάρροια χωρίς ιατρική συνταγή και χωρίς συνεννόηση με το θεράποντα ιατρό σας.
Σε περίπτωση σοβαρής διάρροιας ενδέχεται να χρειαστεί η ενδοφλέβια χορήγηση υγρών για την αποφυγή αφυδάτωσης.

Καρδιακές επιπλοκές

Ορισμένα φάρμακα χημειοθεραπείας μπορεί να έχουν επιπτώσεις στην ομαλή λειτουργία της καρδιάς, όπως εξασθένηση του μυοκαρδίου (μυοκαρδιοπάθεια) και προβλήματα καρδιακού ρυθμού (αρρυθμίες).
Στο παρελθόν, άτομα με καρδιακά προβλήματα μπορεί να μην έκαναν καθόλου χημειοθεραπεία ή να την διέκοπταν. fiστόσο, σήμερα, οι κίνδυνοι εντοπίζονται έγκαιρα κι αντιμετωπίζονται με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, ώστε η καρδιά να προστατεύεται επαρκώς και οι ασθενείς να λαμβάνουν πλήρη θεραπεία κατά του καρκίνου.

Κόπωση

Η κόπωση είναι μια από τις πιο συχνές παρενέργειες της χημειοθεραπείας. Πολλοί ασθενείς αισθάνονται εξαντλημένο κι αδύναμοι ενόσω κάνουν χημειοθεραπεία ή μετά το πέρας αυτής.
Το αίσθημα κόπωση που προκαλείται από τη χημειοθεραπεία μπορεί να διαρκέσει μερικές εβδομάδες ή μήνες μετά το τέλος ενός θεραπευτικού κύκλου.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η κόπωση μπορεί να είναι σύμπτωμα κατάθλιψης ή αναιμίας. Συμβουλευτείτε την ομάδα φροντίδας αν ξαφνικά νιώσετε ιδιαίτερα κουρασμένοι ή έχετε συμπτώματα δύσπνοιας.
Η καθημερινή φυσική δραστηριότητα (πχ καθημερινό περπάτημα 30 λεπτών) συμβάλλει σημαντικά στη μείωση της κόπωσης. Δεν υπάρχει φαρμακευτική αγωγή που να βοηθάει στη μείωση της κόπωσης

Λεμφοίδημα

Ασθενείς με ορισμένο τύπο καρκίνου, όπως καρκίνος του μαστού, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης λεμφοιδήματος, ως συνέπεια της χημειοθεραπείας.
Το λεμφοίδημα μπορεί να προκαλέσει οίδημα στο χέρι ή το πόδι ενός ασθενούς και να οδηγήσει σε λοιμώξεις και πόνο. Ωστόσο, υπάρχουν αρκετές στρατηγικές αντιμετώπισής του από μασάζ, άσκηση κι επίδεση, μέχρι, σε ορισμένες περιπτώσεις, χειρουργική επέμβαση.

Λοίμωξη / ουδετεροπενία

Η χημειοθεραπεία έχει επίπτωση στην παραγωγή των λευκών αιμοσφαιρίων, δηλαδή τους φυσικούς φρουρούς του οργανισμού, με συνέπεια τη μειωμένη ικανότητα του οργανισμού να καταπολεμά τις λοιμώξεις.
Οι ασθενείς που λαμβάνουν χημειοθεραπεία διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να προσβληθούν από κάποια λοίμωξη. Ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος στο διάστημα 7 έως 14 ημερών, μετά τη χημειοθεραπεία, καθώς ο αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων είναι στο ναδίρ του.
Σταδιακά, ο αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων αυξάνεται και επανέρχεται σε φυσιολογικό επίπεδο πριν τον επόμενο κύκλο χημειοθεραπείας.

Ναυτία

Η ναυτία και ο έμετος είναι συχνή παρενέργεια της χημειοθεραπείας, ωστόσο η συμπτωματολογία αυτή δεν είναι απαραίτητο να εμφανιστεί σε κάθε ασθενή. Ορισμένοι συνδυασμοί χημειοθεραπευτικών φαρμάκων προκαλούν μεγαλύτερη ναυτία/ έμετο σε σχέση με άλλους.
Σήμερα, υπάρχουν νέα φάρμακα που μπορούν να εξαλείψουν ή να μειώσουν τη ναυτία και τον έμετο.

Οστεοπενία

Η απώλεια οστικής μάζας είναι μια πιθανή παρενέργεια της χημειοθεραπείας. Ορισμένα φάρμακα χημειοθεραπείας μπορεί να μειώσουν τα επίπεδα ασβεστίου στο αίμα, καθώς και των οιστρογόνων στις γυναίκες και της τεστοστερόνης στους άνδρες, επηρεάζοντας την πυκνότητα των οστών.

Τριχόπτωση – Αλωπεκία

Η τριχόπτωση είναι μια κοινή παρενέργεια της χημειοθεραπείας, η οποία ωστόσο δεν προκαλείται σε όλους τους ασθενείς. Συνήθως, η τριχόπτωση ξεκινά λίγες εβδομάδες μετά την πρώτη συνεδρία χημειοθεραπείας και κορυφώνεται μέσα σε 1 έως 2 μήνες.
Η τριχόπτωση είναι σχεδόν πάντα προσωρινή και τα μαλλιά αρχίζουν να ξαναβγαίνουν αμέσως μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας.

Πιθανές παρενέργειες ανοσοθεραπείας

Ενδοκρινικές διαταραχές

Η χορήγηση ανοσοθεραπείας μπορεί να προκαλέσει διαταραχές των ενδοκρινών αδένων, όπως διαταραχές του θυρεοειδούς (υποθυρεοειδισμός – υπερθυρεοειδισμός), υποφυσίτιδα, πρωτοπαθής επινεφριδιακή ανεπάρκεια, καθώς και πιο σπάνιες ενδοκρινοπάθειες.

Τα συμπτώματα που παρουσιάζουν περιλαμβάνουν λήθαργο, αύξηση βάρους, ξηρό δέρμα και δυσκοιλιότητα (στον υποθυρεοειδισμό) και απώλεια βάρους, αίσθημα παλμών, άγχος και εφίδρωση (στον υπερθυρεοειδισμό).

Εξάνθημα

Η ανοσοθεραπεία μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή στο δέρμα, με συνέπεια οι ασθενείς να εμφανίζουν εξανθήματα διαφόρων βαθμών σοβαρότητας κι ενόχλησης. Ορισμένα εξανθήματα είναι ήπια ως μέτρια, ενώ άλλα μπορεί να είναι σοβαρά και να προκαλούν σημαντική ενόχληση και αλλαγή στην εμφάνιση.

Κνησμός

Ο κνησμός είναι μια κοινή, δερματική παρενέργεια της ανοσοθεραπείας. Σε περίπτωση έντονου κνησμού συμβουλευτείτε την ομάδα φροντίδας σας για να σας συνταγογραφήσει την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.

Κολίτιδα

Σε ορισμένους ασθενείς, η ανοσοθεραπεία έχει ως συνέπεια το ανοσοποιητικό σύστημα να επιτίθεται σε φυσιολογικούς ιστούς του σώματος, προκαλώντας φλεγμονή. Ενίοτε, η φλεγμονή αυτή εμφανίζεται στο παχύ έντερο, μια κατάσταση που αποκαλείται κολίτιδα. Τα συμπτώματα της κολίτιδας περιλαμβάνουν διάρροια, κοιλιακό άλγος, ναυτία και έμετο.

Πνευμονίτιδα

Η πνευμονίτιδα είναι μια δυνητική παρενέργεια της ανοσοθεραπείες και αφορά την κατάσταση κατά την οποία οι πνεύμονες εμφανίζουν φλεγμονή, δηλαδή εμφανίζουν οίδημα και ερεθισμό. Η πνευμονίτιδα εμφανίζεται με συμπτώματα, όπως δύσπνοια, πυρετός, βήχας, πόνος στο στήθος κατά την αναπνοή και χαμηλά επίπεδα οξυγόνου στο σώμα.

Πιθανές παρενέργειες στοχευτικής θεραπείας

Όπως κάθε φαρμακευτική θεραπεία, έτσι και οι στοχευτικές θεραπείες ενδέχεται να έχουν παρενέργειες. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε ασθενής βιώνει διαφορετικά τις ίδιες στοχευτικές θεραπείες και δεν έχουν όλοι τις ίδιες παρενέργειες.

Οι πιο κοινές παρενέργειες της στοχευτικής θεραπείας μπορεί να περιλαμβάνουν:

• αλλεργικές αντιδράσεις
• αναιμία
• κόπωση
• τριχόπτωση
• καρδιακές επιπλοκές
• πόνος στις αρθρώσεις ή στους μυς
• ναυτία, διάρροια, έμετος και αλλαγές στην όρεξη και απώλεια βάρους
• πληγές στο στόμα και στη γλώσσα
• νευρική βλάβη, μυρμήγκιασμα και πόνος στα χέρια και τα πόδια
• εξάνθημα ή δερματικές αλλαγές

Είναι σημαντικό να συμβουλευτείτε το θεράποντα ιατρό σας για τις πιθανές παρενέργειες της θεραπείας σας και πώς αυτές μπορούν να αντιμετωπιστούν.