Διάγνωση Καρκίνου

Η διάγνωση του καρκίνου αποτελεί βασικό βήμα για την επιτυχή διαχείριση της νόσου.
Επιτρέπει την επιλογή της κατάλληλης θεραπευτικής προσέγγισης και την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση της ασθένειας, ενώ αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες επιτυχούς θεραπείας και συμβάλλει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών, προλαμβάνοντας την εξέλιξη της νόσου.

Αιματολογικός Έλεγχος

Ο αιματολογικός έλεγχος αποτελεί έναν βασικό πυλώνα στη διάγνωση του καρκίνου, καθώς ορισμένοι όγκοι απελευθερώνουν ουσίες – κατά βάση αντιγόνα-  που μπορούν να ανιχνευθούν στο αίμα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μέτρηση των επιπέδου ειδικού προστατικού αντιγόνου (PSA) στο αίμα, καθώς τα υψηλά επίπεδα αυτής της ουσίας υποδηλώνουν ενδεχόμενη ύπαρξη καρκίνου του προστάτη.
Άλλοι καρκινικοί δείκτες είναι το καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο (CEA), το οποίο ανιχνεύεται σε υψηλά επίπεδα στα αδενοκαρκινώματα, το CA 19.9 που σχετίζεται με κακοήθειες στο πάγκρεας, το έντερο και γενικότερα στο γαστρεντερικό σύστημα. Συνήθως το CEA ελέγχεται σε συνδυασμό με το Ca 19-9. Επίσης το CA 15-3 ελέγχεται στον καρκίνο του μαστού, ενώ το CA 125 που συνδέεται με τον γυναικολογικό καρκίνο.

Ωστόσο, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι οι καρκινικοί δείκτες ενδέχεται να μετρηθούν αυξημένοι ως συνέπεια και άλλων, καλοήθων νοσημάτων. Αντιθέτως επίσης σε πολλές περιπτώσεις εκτεταμένου καρκίνου δεν έχουν αυξηθεί οι αντίστοιχοι καρκινικοί δείκτες γεγονός που μπορεί να παραπλανήσει τον μη εξειδικευμένο. Ως εκ τούτου, οι αιματολογικές εξετάσεις συνδυάζονται με απεικονιστικό έλεγχο, κλινική, λήψη ιστορικού ασθενούς καθώς και τον υπόλοιπο έλεγχο όποτε απαιτείται για την επιβεβαίωση ή όχι της διάγνωσης. Όλα τα ανωτέρω πρέπει να γίνονται πάντα υπό την καθοδήγηση και εποπτεία εξειδικευμένου ιατρού.

Βιοψία

Βιοψία είναι η λήψη δείγματος από έναν ιστό ή όγκο, το οποίο στη συνέχεια αποστέλλεται για ιστοπαθολογική ανάλυση, κάτω από μικροσκόπιο. Ανάλογα με τα αποτελέσματα της ανάλυσης επιβεβαιώνονται ή διαψεύδονται οι υποψίες για κακοήθη ή καλοήθη όγκο. Επίσης, σε περίπτωση κακοήθους όγκου, καθορίζεται ο τύπος του καρκίνου.

Η λήψη του δείγματος κατά τη βιοψία μπορεί να γίνει με βελόνα ή χειρουργικά. Στην περίπτωση όγκων που έχουν υγρό, η βιοψία διενεργείται με αναρρόφηση δείγματος του υγρού με λεπτή βελόνα που εισάγεται απευθείας στο σημείο ενδιαφέροντος.

Επιπρόσθετα, υπάρχει και η κατευθυνόμενη βιοψία, κατά την οποία η λήψη του δείγματος διενεργείται υπό την κατεύθυνση απεικονιστικών μεθόδων, όπως η αξονική ή μαγνητική τομογραφία και οι υπέρηχοι, προκειμένου η βιοψία να έχει τη μέγιστη δυνατή ακρίβεια και το βέλτιστο διαγνωστικό αποτέλεσμα.
Η κατευθυνόμενη βιοψία είναι απαραίτητη όταν η ύποπτη περιοχή ή ο όγκος δεν είναι ψηλαφητός ή άμεσα προσπελάσιμος, όπως ένας μικρός όγκος στο μαστό ή ένας όγκος σε εσωτερικά όργανα, όπως το ήπαρ και το πάγκρεας.

Fusion βιοψία προστάτη

Στο κέντρο μας διενεργείται η πρωτοποριακή μέθοδος βιοψίας με την τεχνολογία Fusion για τον εντοπισμό με απόλυτη ακρίβεια του καρκίνου του προστάτη και την ενεργό παρακολούθηση μικρών, κλινικά μη σημαντικών, καρκινωμάτων με απόλυτη ασφάλεια.

Η fusion βιοψία προστάτη αξιοποιεί τις πληροφορίες της πολυπαραμετρικής μαγνητικής τομογραφίας και επιτρέπει τη στοχευμένη λήψη δειγμάτων ιστού από ύποπτες εστίες, μέσω σύντηξης των τομών της μαγνητικής με υπερηχογραφικές εικόνες από τρισδιάστατο (3D) υπερηχοτομογράφο, σε πραγματικό χρόνο. Με αυτόν τον τρόπο, διασφαλίζεται ότι δεν αφήνεται κανένα περιθώριο εσφαλμένης ή ανεπαρκούς διάγνωσης.

Η fusion βιοψία διενεργείται διαπερινεϊκά, δια του δέρματος του περινέου, δηλαδή της περιοχής δηλαδή όσχεου και πρωκτού, και όχι δια του ορθού (εντέρου), όπως γινόταν μέχρι πρότινος.

Πρόκειται για την πλέον σύγχρονη τεχνική παγκοσμίως κι αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη και ασφαλή μέθοδο ανίχνευσης του καρκίνου του προστάτη.

Ενδοσκόπηση

Η ενδοσκόπηση είναι μια ελάχιστα επεμβατική διαγνωστική διαδικασία που αφορά στην εισαγωγή ενός μακριού, λεπτού σωλήνα, του ενδοσκοπίου, απευθείας στο σώμα μέσα από κάποιο φυσικό του άνοιγμα όπως το στόμα ή πρωκτός, προκειμένου να γίνει λεπτομερής παρατήρηση κι επιθεώρηση ενός εσωτερικού οργάνου

Για το σκοπό αυτό, κατά τη διάρκεια μιας ενδοσκόπησης, χρησιμοποιείται μια κάμερα προσαρτημένη στο άκρο του ενδοσκοπίου, που δίνει εικόνα από το εσωτερικό του σώματος σε μια οθόνη.

Οι διαφορετικές ενδοσκοπήσεις ανάλογα με την εκάστοτε ιατρική ειδικότητα, όπως κολονοσκόπηση, γαστροσκόπηση, βρογχοσκόπηση, κυστεοσκόπηση, λαρυγγοσκόπηση, βοηθούν στη διάγνωση και παρέχουν και πολλές πολύτιμες πληροφορίες για την έκταση του προβλήματος. Συχνά δε, η ενδοσκόπηση μπορεί να έχει θεραπευτική χρήση σε συνδυασμό με εκτομή του όγκου, καυτηριασμό, τοποθέτηση stent κ.λπ.

Ειδικότερα, η ενδοσκόπηση χρησιμοποιείται ευρέως για:

1

Τη διάγνωση, σταδιοποίηση και θεραπεία καρκίνων σε εσωτερικά όργανα του σώματος.

2

Την αξιολόγηση της ανταπόκρισης των ασθενών σε θεραπεία για τον καρκίνο.

3

Την αντιμετώπιση επιπλοκών του καρκίνου, όπως ίκτερος και της δυσκολία στην κατάποση.

4

Τον προσυμπτωματικό έλεγχο για καρκίνο του παχέος εντέρου (κολονοσκόπηση).

Μοριακή Βιολογία και Κυτταρογενετική

Η εφαρμογή της μοριακής βιολογίας είναι απαραίτητη στη σύγχρονη Ογκολογία. Μέσω μοριακής ανάλυσης εντοπίζονται μεταλλάξεις και ανωμαλίες σε βασικές πρωτεΐνες, οι οποίες, αν και ενισχύουν την επιθετικότητα του καρκινικού κυττάρου, ταυτόχρονα το καθιστούν ευάλωτο σε νεότερης γενιάς, στοχευτικά «έξυπνα» φάρμακα.

Στο πλαίσιο αυτό εφαρμόζονται προηγμένες, πιστοποιημένες μέθοδοι με κύριο άξονα την αλληλούχιση επόμενης γενιάς (Next Generation Sequencing – NGS), καθώς και άλλες εξειδικευμένες τεχνικές.

Ο μοριακός έλεγχος περιλαμβάνει την ανίχνευση μεταλλάξεων όχι μόνο για τα συνήθη ογκογονίδια όπως τα HER2, RAS, BRAF, EGFR, BRCA, αλλά και σε σπανιότερα, καθώς και σε κάθε νέο γονίδιο-στόχο που ανακαλύπτει η επιστημονική έρευνα.

Μέσω αυτής της προσέγγισης διασφαλίζεται ότι οι ασθενείς λαμβάνουν την πλέον εξατομικευμένη και ενδεικνυόμενη θεραπεία. Σε πολλές περιπτώσεις, η χημειοθεραπεία μπορεί να αποφευχθεί, εφόσον χορηγηθεί στοχευμένο φάρμακο που λειτουργεί ως «αντίδοτο» για τη συγκεκριμένη μετάλλαξη που έχει ανιχνευθεί.

Στο Τμήμα Κυτταρογενετικής Καρκίνου εξετάζονται ετησίως περίπου 1.000 δείγματα μυελού των οστών ή περιφερικού αίματος, κυρίως από ασθενείς με αιματολογικές κακοήθειες, τόσο κατά τη διάγνωση όσο και κατά και τη θεραπεία.

Απεικονιστικός έλεγχος

Οι απεικονιστικές εξετάσεις συμβάλλουν στην ανίχνευση και διάγνωση του καρκίνου, στη διαμόρφωση του θεραπευτικού πλάνου και στην αξιολόγηση της ανταπόκρισης της νόσου στη θεραπεία.

Ορισμένες απεικονιστικές εξετάσεις, όπως οι υπέρηχοι και η μαγνητική τομογραφία, δεν χρησιμοποιούν ακτινοβολία, ενώ άλλες όπως η αξονική τομογραφία και η τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (PET) χρησιμοποιούν.
Εάν πρέπει να υποβληθείτε σε εξέταση που χρησιμοποιεί ακτινοβολία, οι εξειδικευμένοι ακτινολόγοι μας χρησιμοποιούν τη χαμηλότερη δυνατή δόση για να παραχθούν εικόνες πολύ υψηλής ποιότητας κι ανάλυσης.

Συνήθεις ιατρικές απεικονιστικές εξετάσεις που χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση του καρκίνου:

Δευτερη Ιατρική Γνώμη

Ο Όμιλος Ιατρικού Αθηνών διαθέτει πολυετή πείρα στην παροχή Δεύτερης Ιατρικής Γνώμης. Όταν διαγνωστεί κάποιος με μια ογκολογική πάθηση, η διάγνωση, η θεραπεία και η διαχείρισή της μπορεί να είναι περίπλοκη και η λήψη αποφάσεων σχετικά με την αντιμετώπισή της εξαιρετικά σημαντική. Η λήψη μιας δεύτερης ιατρικής γνώμης μπορεί να βοηθήσει τον ασθενή να αισθανθεί πιο σίγουρος για τη διάγνωση και τη θεραπευτική μέθοδο που θα ακολουθήσει.